Τετάρτη 26 Νοεμβρίου 2008

Θυμάμαι...

...κάτι βράδια, ατέλειωτα βράδια που καθόμουν και σου μιλούσα, και μου μιλούσες, κι η νύχτα έμοιαζε να δίνει τη θέση της σ'έναν κόσμο πλασμένο μόνο για σένα και μένα. Θυμάμαι αυτό το βλέμμα σου που με γαλήνευε και με ταξίδευε αφημένο σε μια θάλασσα χωρίς φουρτούνες. Πρωινός καφές με τον καπνό απ'το τσιγάρο να χάνεται στη μουντή, μα συνάμα γλυκιά μελαγχολία του φθινοπώρου. Μια μελαγχολία τόσο γνώριμη, τόσο κοντινή... αυτά που έζησα δεν ξεγράφονται, δεν ξεχνιούνται... οι άνθρωποι ξεχνιούνται όμως. Και τούτο που μένει είναι κάποιες θολές αναμνήσεις όπως οι θύμισες ενός ονείρου, το οποίο θα ξεχάσεις το επόμενο βράδυ. Κάποτε πίστευα στην αιώνια ανάμνηση, πίστευα ότι οι αναμνήσεις είναι κτήμα μου και δεν πρόκειται να μου τις πάρει κανείς, ότι αυτά που έχω ζήσει θα με συντροφεύουν σε κάθε μου βήμα. Κι όμως... ακόμα και οι πιο γλυκιές αναμνήσεις ένα όνειρο είναι. Τις ξεχνάς το επόμενο βράδυ... όταν θα δεις άλλο όνειρο...τις ξεχνάς ίσως πιο γρήγορα από τους εφιάλτες σου...

Παρασκευή 21 Νοεμβρίου 2008

Κοινή μου μοίρα αυτή που μ'έφερε εδώ
αυτή που μ'έστειλε να ψάχνω φοβισμένος
σε μονοπάτια άγνωστα, το βλέμμα δεν μπορώ
να ξεκολλήσω από το χθες και νιώθω σαν χαμένος...

Σάββατο 8 Νοεμβρίου 2008

Ξυπνάς και κοιμάσαι με αυτή την σκέψη...

ότι γύρω σου όλοι σε αγαπούν, σε νοιάζονται, σε σέβονται, σε εκτιμούν. Βυθίζεσαι σε μια λίμνη χαράς και ασφάλειας, μακαρίζεις την τύχη σου και απολαμβάνεις αυτή την ευχάριστη κατάδυση, αυτό το βύθισμα μέσα στο ζεστό, φιλόξενο νερό. Όταν φτάνεις στον πάτο όμως αρχίζεις και κρυώνεις, σκέψεις μαύρες κυριεύουν το μυαλό σου κοιτάς δεξιά και αριστερά να βρεις τους φίλους σου, να βρεις όλα αυτά που σε έκαναν ευτυχισμένο, που σου έδιναν σιγουριά και ασφάλεια. Απεγνωσμένα ψάχνεις, μα το βλέμμα καταλήγει συνέχεια στο κενό. Τότε μόνο καταλαβαίνεις την γύμνια σου. Τότε κοιτάς για πρώτη φορά πού βρίσκεσαι. Στον πάτο μιας παγερής, αφιλόξενης λίμνης. Μόνος...


Γιατί στον πάτο είμαστε όλοι μόνοι...

Δευτέρα 3 Νοεμβρίου 2008

Σαν ανταμώνουν δυο παλιοί εραστές...

...είναι σαν να βρίσκονται δυο σκιές του παερλθόντος που κάποιος έπαιξε μαζί τους και τις έβαλε τη μια δίπλα στην άλλη, βουβές,αλλόκοτες,αξιοθρήνητες...Δυο σκιές που δεν μιλούν,δεν αγαπούν και δεν πιστεύουν παρά κοιτούν η μια την άλλη με ένα βλέμμα κενό, ποτισμένο απ'το πιοτί ενός πάθους ξεθωριασμένου σαν κάτι παλιές αφίσες κολλημένες σε έναν τοίχο κάπου σε μια απόμερη γωνιά αυτής της πόλης...